Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010

ΟΙ ΠΡΙΓΚΙΠΕΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙΩΝ








Εκείνος ο λύκος, ο βλαμμένος, ποτέ δεν με ενέπνευσε, κι ας λένε ό,τι θέλουν οι ψυχαναλυτές. Ηλίθιος, γκαντέμης και άχρηστος. Το πιο άκυρο κάστινγκ σε παραμύθι. Τέλος πάντων. Γενικά, στο παραμύθι της Κοκκινοσκουφίτσας, που δεν είναι ούτε σε ένα σημείο του πολιτικά ορθό, ούτε συμπάθησα, ούτε ταυτίστηκα με κανέναν από τους χαρακτήρες. Απαράδεκτοι γονείς. Μουρόχαυλα υπάκουο το κοριτσάκι, για τον λύκο είπαμε, η γιαγιά, μια παμπόνηρη σκατόγρια και πεισματάρα, διότι θα μπορούσε να μένει κοντά στα παιδιά της κι έτσι, θα είχαμε γλυτώσει και το παραμύθι. Ο κυνηγός, αδιάφορος, άοσμος, ουδέτερος. Άνευρος, βρε παιδί μου. Κάθε φορά που μού έλεγε η γιαγιά, το παραμύθι, σκυλοβαριόμασταν αμφότερες. Ευτυχώς, επιλέγαμε την περιληπτική βερσιόν, έτσι πήγαινε η γιαγιά για ύπνο και μ’ άφηνε και μένα στην ησυχία μου. Η Κοκκινοσκουφίτσα είναι η μόνη ηρωίδα παραμυθιού που γνωρίζω, την οποία δεν έχει γυρίσει να κοιτάξει άντρας. Ήταν κοντοστούπα, κακόγουστα ντυμένη, προσκολλημένη στη γιαγιά και στη μαμά της και θεληματατζού. Γεροντοκόρη έμεινε! Καλά να πάθει!



Εκείνο, όμως με τη Χιονάτη μ’ άρεσε! Όχι όλο. Οι σκηνές που σκούπιζε, σφουγγάριζε, έπλενε, σιδέρωνε, μαγείρευε, έστρωνε το τραπέζι για εφτά νοματαίους, κι ας ήταν κοντοί, με ζόριζαν. Πολλή δουλεία! Πολλή κούραση! Έστρωνε και τα εφτά μικρά κρεβάτια. Κάθε μέρα. Αυτές δεν είναι δραστηριότητες για μια πριγκιποπούλα, ούτε πράματα να λες σ’ ένα μικρό κοριτσάκι πριν τον ύπνο. Είναι εξουθενωτικά και αντιπαιδαγωγικά. Και δεν είναι πολιτικώς ορθά. Η παιδική εργασία, γενικά, δίνει και παίρνει στα παραμύθια. Τι να πω? Άσε τι γίνεται από δολοπλοκίες! Συνήθως ο κακός, είναι κακιά (εκτός από τον κακό λύκο, που ήταν ηλίθιος). Συνήθως η κακιά είναι μητριά, διότι, συνήθως η πριγκιποπούλα είναι ορφανή από μητέρα με έναν αμέτοχο πατέρα, συνήθως απόντα. Η μητριά, εμένα μ’ άρεσε, αλλά δεν τό ‘λεγα σε κανέναν. Μού άρεσε που καθόταν με τις ώρες στον καθρέφτη και στολιζόταν και καμαρωνόταν. Κι εγώ στολιζόμουν και με θαύμαζα μπροστά στον καθρέφτη όταν δεν με έβλεπαν οι μεγάλοι. Δεν μού άρεσε που έγινε άσκημη και κακιά μάγισσα και γριά. Αφού ήταν μάγισσα, έτσι κι αλλιώς, θα μπορούσε να την είχε αποτελειώσει τη Χιονάτη πιο αριστοκρατικά. Τέλος πάντων.


Η Χιονάτη ήταν χαζή και με μαύρα μαλλιά, αλλά ήταν όμορφη. Την συμπαθούσα, αλλά εγώ δεν θα εμπιστευόμουν τη μητριά μου, με το τίποτα! Θα της έβαζα τρικλοποδιά, να πέσει από τις σκάλες και θα έμενα μόνη μου στο παλάτι με το υπηρετικό προσωπικό, μέχρι να επιστρέψει ο μπαμπάς μου. Αν δεν επέστρεφε, θα γινόμουν βασίλισσα και θα τελειώναμε, μια και καλή! Τέλος πάντων, την έσωσαν οι καλοί νάνοι, δε λέω, αλλά ούτε ένα διαμάντι δεν της χάρισαν, από τα αδαμαντορυχεία τους! Αυτό δεν το είχα σκεφτεί όταν ήμουν μικρούλα. Το σκέφτηκα πολύ αργότερα. Τσιγκούνηδες και καρμίρηδες ήταν οι εφτά νάνοι! Οι έξι, διότι ο έβδομος ήταν χαζός και δεν του καταλογίζουμε τίποτα. Πάμπλουτοι αδαμαντορύχοι και να μένουν σε ένα φτωχικό σπιτάκι, χωρίς οικιακή βοήθεια και χωρίς ανέσεις και να έχουν και τον ένα αδελφό με χρόνια ιγμορίτιδα χωρίς ιατροφαρμακευτική φροντίδα… Εφτά μικρόσωμοι καρατσιγκούνηδες και εκμεταλλευτές της παιδικής εργασίας. Εφτά, άντε έξι – ο χαζούλης δεν μετράει – υποκριτές, με το χαμόγελο στα χείλη και τριαλαρί τριαλαρό! Σεντούκιαζαν και καταχώνιασαν τα διαμάντια, αφήνοντας το μικρό γαλαζοαίματο κοριτσάκι όλη μέρα μόνο του στο σπίτι.

Ξέρεις τι είναι να λιγουρευτεί μικρό παιδάκι ένα φρούτο και δη μήλο? Όχι παγωτό, όχι εκλεράκι, όχι σοκοφρέτα, αλλά μήλο! Πασιφανής απόδειξη πείνας, στέρησης, ακόμα και ασιτίας! Η καημένη η καλοπροαίρετη και αγαθοβιόλα Χιονάτη… μαμ το μήλο, πάρτην κάτω! Και όποιος μού πει ότι οι εφτά νάνοι ήταν νορμάλ, ας μού εξηγήσει γιατί την είχαν μέσα στο φέρετρο, πεθαμένη και τη χαλβαδιάζανε πρωί βράδυ, τόσους μήνες. Ε?

Δεν ξέρω για ποιόν πρίγκιπα την προόριζε ο μπαμπάς της, που ποτέ δεν εμφανίστηκε στο παραμύθι. Χήρεψε, ξαναπαντρεύτηκε μια εξ όλης και προ όλης, παράτησε το ορφανό στα χέρια της και ποιός ξέρει που γύρναγε. Αυτό που ορκίζομαι πως ξέρω είναι πως η ίδια η Χιονάτη, ούτε στον χειρότερο εφιάλτη της δεν είχε ονειρευτεί να γλυτώνει από τα χέρια της μάγισσας και να πέφτει στην αγκαλιά του νεκρόφιλου πρίγκιπα. Διότι, μια μέρα, καθώς περνούσε από το δάσος ο νεκρόφιλος πρίγκηψ, καβάλα στο άσπρο άλογό του, τι βλέπει? Τη φαντασίωσή του, να τον περιμένει ξαπλωτή μέσα στο περίτεχνο φέρετρο! Παθαίνει λαλά ο πρίγκηψ, σπάει το φέρετρο, την αρπάζει στην αγκαλιά του και την αρχίζει στα φιλιά και σε άλλα! Ζωντανεύει η Χιονάτη, διότι όλα είναι δυνατά στα παραμύθια, κι ώσπου να καλοκαταλάβει τι της συμβαίνει, βρίσκεται καβάλα στ’ άσπρο άλογο, αρπαγμένη από τον νεκρόφιλο φυσιολάτρη. Έκτοτε αγνοείται η τύχη της. Καλότυχη δεν τη λες. Δεν καταλάβαινα γιατί η γιαγιά ενθουσιαζόταν σε κείνο το σημείο του παραμυθιού. Εγώ τη συμπονούσα, την καημένη τη Χιονάτη. Να έχεις περάσει τα πάνδεινα, παιδί πράμα, να νομίζεις ότι τέλειωσαν τα βάσανά σου και σε πήρε, επί τέλους, ο καλός Θεούλης κοντά του και εκεί που έχεις ψυχοπαραδώσει, να έρχεται ο αρχιανώμαλος και να σε απαγάγει! Αυτό που με προβλημάτιζε, επίσης, ήταν το φινάλε των παραμυθιών και ιδιαίτερα ετούτου εδώ. «Και ζήσαν αυτοί καλά και μεις καλύτερα!». Ο.Κ. εμείς, σίγουρα «καλύτερα»! Το δικό τους «καλά», ποτέ δεν κατάλαβα!

Η μόνη ηρωίδα παραμυθιού που είχε πλάνο, όραμα, στρατηγική, ήταν η Σταχτοπούτα! Εκείνη, μάλιστα! Πέρασε μαρτυρικά παιδικά χρόνια. Δούλα την είχε κάνει η χοντρέλα η μητριά της! Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με το έγκλημα της παιδικής εκμετάλλευσης! Στο δικό τους σπιτικό, που δεν ήταν παλάτι, διότι οι γονείς της Σταχτοπούτας δεν ήταν ευγενείς, αλλά απλώς πλούσιοι, όλες μα όλες τις δουλειές τις έκανε η μικρή ηρωίδα και κληρονόμος επίσης της πατρικής περιουσίας. Η Χιονάτη ξεπατωνόταν, αλλά εισέπραττε και τα ευχαριστώ της και τα φιλάκια της και μια ευγνωμοσύνη από τους εκμεταλλευτές νάνους. Η μικρή Σταχτοπούτα, το κλότσου και του μπάτσου, οι οποίοι κλότσοι και μπάτσοι ήταν εκ τριών κατευθύνσεων, διότι η κακιά μητριά είχε και δυο πανάσχημες και πάνχοντρες και μπουνταλούδες κόρες, που ήταν και γεροντοκόρες! Η μαμά της Σταχτοπούτας είχε πεθάνει νέα. Ο μπαμπάς της ξαναπαντρεύτηκε, μη χάσει, μια απαίσια, η οποία τού φορτώθηκε με τις δυο κόρες της. Τον σκάσανε τον άνθρωπο και το έστειλαν στον άλλο κόσμο, με σκοπό να του στείλουν και την αγαπημένη του κορούλα να τού κρατάει συντροφιά. Αμ, δε! Άλλαι αι βουλαί της μικράς ορφανής. Η μικρή Σταχτοπούτα είχε δυνατό μυαλό κάτω από τα ξανθά μαλλιά της, το οποίο ήξερε να αξιοποιεί! Είχε και κονέ, τη νονά-νεράιδα, είχε και μεγαλύτερο ταλέντο στις ίντριγκες από τη νωθρή και κουτοπόνηρη μητριά!



Η Σταχτοπούτα είχε μεγάλα σχέδια και χρησιμοποίησε θεμιτά και αθέμιτα μέσα για να πραγματοποιήσει τον στόχο της. Στόχος της ήταν, όχι απλά ένα καλός γάμος, αλλά ο καλύτερος! Ο καλυτερότερος! Και αυτό έπραξε. Η Σταχτοπούτα ήταν η μόνη ηρωίδα παραμυθιού που, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν βασιλικής καταγωγής, είχε υψηλές βλέψεις ως προς την αποκατάστασή της. Είχε βάλει σκοπό της ζωής της να παντρευτεί τον Πρίγκιπα του Παραμυθιού, τον οποίο και παντρεύτηκε, με τιμές και δόξες, στο πιτς φιντίλι!

Επίσης, σ’ αυτό το παραμύθι ο πρίγκιπας, εκτός από θεογκόμενος, είναι και υψηλότατου I.Q. και χορευταράς και bon viveur! Δηλαδή, η Σταχτοπούτα είναι το μόνο παραμύθι, από αυτά που ξέρω, που έχει αίσιο τέλος και του οποίου το πρωταγωνιστικό ζευγάρι είναι φυσιολογικό.

Να σκεφτείτε, ότι σ’ ένα άλλο παραμύθι ο πρίγκίπας είναι ένας απαίσιος βάτραχος, τον οποίο η ωραία πριγκίπισσα φυλάει στο στόμα! Μάλιστα! Και σ’ ένα άλλο που ξέρω, ο πρίγκιπας είναι ένα Τέρας, το οποίο παντρεύεται μια πεντάμορφη! Δεν θα παρεξηγηθώ αν δεν με πιστέψετε, αλλά λέω αλήθεια!

Μετά από όλα αυτά, ας μού εξηγήσει κάποιος με ποια λογική εξακολουθούμε, τα κορίτσια, να ονειρευόμαστε τον Πρίγκιπά μας? Τι ακριβώς είναι αυτός ο Πρίγκιπας του Παραμυθιού, που απασχολεί και στοιχειώνει τόσα κοριτσίστικα όνειρα!

Εγώ, πάντως, άμα μεγαλώσω, θα παντρευτώ έναν κανονικό! Δεν θέλω Πριγκιπόπουλο! Α! Πα! Πα!

Π.Κ.Β.
17/12/2010
© Peggy Carajopoulou-Vavali 2010

2 σχόλια:

  1. Συμφωνώ κι επαυξάνω με τα παραπάνω.

    Δεν υπάρχει πιθανότητα να πω στα εγγόνια μου την "Κοκκινοσκουφίτσα" για να μεγαλώσουν, να ντύνονται με μονόχρωμες κιτς κάπες και κόκκινους σκούφους και να με γηροκομήσουν σε μια καλύβα σε ένα δάσος, που ζήτημα να υπάρχει δάσος στην Ελλάδα τότε. Αν η μοίρα μου είναι τέτοια, θα επιστρατεύσω τον κυνηγό, ο οποίος θα έχει γεράσει κι αυτός μέχρι τότε, θα το ρίξουμε στο κουμκάν και τον κακό τον λύκο θα τον κάνουμε κατοικίδιο. Δεν θα είναι και άσχημη η καλύβα στο δάσος. Ένα jacuzzi μόνο θα προσθέσουμε. Καλό θα ήταν αν υπήρχε και ζαχαροπλαστείο κάπου κοντά. Η μικρά Κοκκινο-κουτή-τσα να πάει να παντρευτεί όποιον θέλει και ας ζήσουν καλά. Εμείς σίγουρα θα ζήσουμε καλύτερα.

    Να πω και για τη Χιονάτη; Άααααλλη πάλι κι αυτή. Εγώ βρίσκω την κακιά μάγισσα γριά και γουοτέβερ άλλο πολύ πιο κουλ τύπισσα. Το κορίτσι κοιτάζοντας στον καθρέφτη έκανε ασκήσεις αυτοπεποίθησης. Δεν φταίμε αν η μικρά δεν μάσησε καλά το μήλο και της έκατσε στο λαιμό.
    Τα εφτά μικρά νανάκια όμως, εργαζόμενα παιδιά ήταν. Τι διαμάντια να της δώσουν της δόλιας όταν κάθε μέρα με σχόλασμα τους έψαχναν τις τσέπες οι σεκιουριτάδες στο αδαμαντορυχείο; Δεν συμφωνώ με το να κάνουν την μικρή Χιονάτη δουλάρα στο σπίτι γιατί σε αυτήν την καλοπέραση τους είχε μάθει η μαμά τους. Το οιδιπόδειο πάει κι έρχεται. Γι' αυτόν τον λόγο τους εύχομαι εφτά χιονίστρες κι όχι μια Χιονάτη.

    Κι ας μην αρχίσω με τον φυσιολάτρη νεκρόφιλο κακομαθημένο πρίγκιπα. Ευχαρίστως θα του έδινα εκείνου το μήλο για να του κάτσει. [Το μήλο, όχι η Χιονάτη.] Στην δική μου "Χιονάτη" θα έστελνα τον πρίγκιψ στην μάγισσα! Όσο και νά'ναι θα ξανάνιωνε το κορίτσι. Άλλωστε δεν θα τον είχε για τα πνευματικά του χαρίσματα. Τους νάνους θα τους συνταξιοδοτούσα στο αδαμαντορυχείο που θα είχα αγοράσει. Την Χιονάτη θα την έστελνα για περαιτέρω σπουδές σε ένα all-girls boarding school, σαν αυτό που έστειλαν τον Xavier Dolan στην ταινία. Και αυτοί και εμείς θα ζούσαμε όλοι καλύτερα.

    Το αγαπημένο μου κορίτσι όμως είναι η Σταχτοπούτα. Δεν ξέρω τι της βρήκε της τερατόμορφης μητριάς με τις δυο beach balls για κόρες ο πατήρ Σταχτοπούτος, αλλά σακέν α σον γκού!
    Το σημαντικό είναι ότι στωικά το κορίτσι μας δεχόταν αυτήν την κακομεταχείριση από τις άλλες τρεις κότες ενώ το αποτέλεσμα το γνωρίζουμε ήδη. Ο Πρίγκιψ... πολύ εντάξει παιδί. Οκ, είχε ένα φετίχ με τα ψιλοτάκουνα, αλλά κανείς δεν είναι τέλειος. Το σημαντικό είναι ότι ο προχό ρομαντισμός του τον έκανε να ερωτευτεί κεραυνοβόλα και μετά να κάνει τον Σέρλοκ Χολμς στο βασίλειο για να βρει μια ομορφοπούλα που κυκλοφορούσε κουτσαίνοντας. Μπράβο του όμως για την υπομονή και την επιμονή του.

    Δεν θα πω για την άλλη που φίλησε τον βάτραχο γιατί θα αναφερθώ στον Φρόυντ και στον Γιουνγκ και θα γίνω πολύ κακός! Μα πόσο desperate θα μπορούσε να γίνει κι αυτή;

    Έχω δει και πολλά τέρατα που έχουν πάρει πανέμορφες [και το αντίθετο]. Αν τα παιδιά είναι ευτυχισμένα εμένα δεν μου πέφτει λόγος.

    Υπάρχουν πρίγκιπες και πρίγκιπες. Κάποια μέρα θα πρέπει οι μεγάλοι να καταλάβουν ότι ο πραγματικός πρίγκιπας για την μικρή τους πριγκιπέσα μπορεί να σηκώνεται στις 5 το χάραμα και να πηγαίνει στη φάμπρικα ή για να ρίξει τα μπετά σε κάποια πολυκατοικία στο Γκάζι. Θα το κάνει όπως για κείνη και τα παιδιά τους. Και αυτό είναι που θα κάνει το δυάρι τους να φαντάζει παλάτι στο μικρό τους βασίλειο. Δεν χρειάζονται τα κορίτσια μας να μεγαλώνουν με ψευδαισθήσεις, αλλά με την ικανότητα να διαλέγουν σωστά τον σύντροφό τους που μπορεί να μην έρθει καβάλα στο λευκό του το άτι, αλλά σε μικρό τσινκουτσέντο, και με τον δικό του τον τρόπο, θα της χαρίσει όλα τα πλούτη της γης.

    Για την παραπάνω ανάρτηση... υποκλίνομαι.

    Ρησπέκτ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Chapeu για το σχόλιό σου Στέφανε!!! Δηλαδή, για το εξαιρετικό κείμενο και τη δική σου παραμυθο-πριγκιπο-ανάλυση!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή